Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

8η - Σίλουαν Κ.



Τώρα έξω βρέχει, όμως είναι ένας ήλιος που επιζεί ακόμα στο πάτωμα
τώρα που εσύ έρχεσαι κοιμισμένη
                                                   απ’ τις Ημέρες των Ελασμάτων
και ξεμακραίνεις στο φως καπνισμένων μεσημεριών
όσο έξω βρέχει:
                           ξέρεις, οι αράχνες ανασαίνουν
οι αράχνες ανασαίνουν
τις ακούμε το ξημέρωμα - τότε βυθιζόμαστε στον ύπνο μιας σβούρας -
και είναι που τώρα έξω βρέχει,
όλη την νύχτα αιωρήθηκα από πάνω σου με τα μάτια δεμένα,
άκουσες μια προσευχή;
τώρα που έξω βρέχει και ματωμένα δόντια όλη την νύχτα,
αποχωρίζονται τον σκιώδη εαυτό σου
                                                            που μου προσφέρεις
τώρα που έξω βρέχει, μακρόσυρτες φωνές – αναζητούν την Γκίκα
το σκυλί που πέθανε προχτές στην προβλήτα – όλη τη νύχτα-
ένας ήλιος επιζεί στα μάγουλά σου
όταν απομακρύνεσαι σε μια σήραγγα – εκείνη των θλιμμένων δολοφόνων-
εκείνη του παιδιού που χτυπάει τις ακτίνες του σ’ ένα πιάνο·
αρπάζουμε τους σπόρους που πέφτουν απ’ τα ουράνια σώματα
και συ λες: ονειρεύτηκα την Καρκόσα, το νησί με τις δυο σελήνες,
και το αίμα και τα δάκρυα
και τους κατοίκους της με τα μάτια των Αναστημένων – ενώ έξω βρέχει τώρα,
και συ μοιράζεις κουνήματα χεριών σε ‘μένα που σε κοιτάει
και το φρύδι σου πέφτει σ’ έναν καινούριο αγωγό – είμαστε στην Δίνη των Ημερών, έτσι;
τώρα που έξω βρέχει και τα δάχτυλα μας τεντώνονται γέρικα να δέσουν
ένα σεντόνι
πάνω απ’ τα μαλλιά μας. 

Από την επερχόμενη συλλογή: "Οι κανονιές του Νότου."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου