Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019

Εμβοές - Σίλουαν Κ.


Οι εμβοές σου είναι το παλιό μου μαξιλάρι, ένα πήλινο άγαλμα
και ελάσματα θανάτου
οι εμβοές σου: για έναν κομήτη το πρωί με συννεφιά
και μεις που ζαλιζόμαστε διαφορετικά
ριπές από σεληνιακές παραισθήσεις
οι εμβοές των ανθρώπων σου
των φυλακισμένων σου
των αρρώστων σου -
οι εμβοές και ο κόσμος σου
λυγισμένος να απομακρύνεται
να εισβάλλει σε μια νύχτα από μάρμαρο, ολόκληρος ο κόσμος σου
να ταξιδεύει με πλατφόρμες ψυχανάλυσης και τραυμάτων·
σιγά-σιγά χτιζόμαστε στην απόσταση: φιμωμένοι άγγελοι
και ελευθερώνω ένα κοιμισμένο περιστέρι
                                                             που παραπατάει στις κοιλάδες του άνεμου
που απαιτεί αδιάφορα
μια πύλη να αντέχει το βάρος μας:
στο τρίξιμο του ορίζοντα πριν μας κλειδώσει απ’ έξω
εσύ
χαζεύεις ένα τροχαίο –  Όμως  είναι η απόσταση μας
που χαράζω τώρα
μια πλάκα στο προσκεφάλι του ψυχωτικού ηλίου – ave AVE
πεθαμένε λαμπτήρα της καρδιάς
ave AVE
παρηκμασμένε φίλε των δέντρων
ave AVE
ψυχοφθόρε μετεωρίτη ενός ονείρου.

Οι εμβοές σου τώρα
είναι μια αναίμακτη εισβολή στο κρησφύγετο μας
αποσκοπούν σε δυο έγγραφα που λένε  "δεν υπάρχουν ψέματα"
και λένε "η πραγματικότητα σκοτώνει"
οι εμβοές σου τώρα κύτταρα μίσους σε φολίδες άστρων
η επιβολή της σιωπής
πάνω από δεκάδες κοιμισμένους :
ίσα-ίσα για να ακούσουμε το κροτάλισμα μιας ξένης φυλής
που μας ξέχασε κάποτε να φυλάμε
λόφους από πέτρες
στο σκοτάδι.

Από την επερχόμενη συλλογή: "Οι κανονιές του Νότου".

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Το αίμα στη μύτη τρέχει - Morley


Στην αόριστη καταδίωξη μου από δύο αγνώστους
εγώ σκεφτόμουν εμμονικά πόσο άχρηστη είναι η αμερικάνικη ψυχιατρική.
Το αίμα στη μύτη τρέχει.
"Οι σπουδαιότερες ιδέες είναι εγκλωβισμένες μέσα στα δόντια σου."
Και οι σκέψεις κρατούμενες.

Στην φαντασμαγορική συνύπαρξη μου με τον Σχιζοφρενή και τον Πρώην-Κατάδικο
εγώ σκεφτόμουν σχεδόν απελπισμένα πόσο λογικά είναι όλα στα μάτια μου.
Το έδαφος, η μουσική, η συζήτηση και η μαστούρα.
"Το Σύμπαν και οι Γαλαξίες ήταν σχεδόν κολλημένα στο στομάχι του,
το κατσαβίδι ήταν σχεδόν κρυμμένο στην τσέπη του. Σχεδόν."
Και η λογική σχεδόν παρεξηγημένη.

Δεν υπάρχει στη συγκεκριμένη γη κάποια καταναγκαστική αρχή να καταλήξεις ακριβώς κάπου. Υπάρχει όμως η έμφυτη, καταναγκαστική ανάγκη να καταλήγεις στα “σχεδόν κάπου”.
Περισσότερη μουσική, μαστούρα, διάλογοι, εδάφη και αίμα στη μύτη μου.

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2019

λεπιδόπτερα - Ολίβια Β.


λυκαινίδες 



κοίτα να δεις·
πάλι πήγες και έδωσες άλλο όνομα στο φεγγάρι
τώρα που κατάφερα να ανέβω
την αναθεματισμένη σκάλα για να το κολλήσω,
μήπως και ξεπλύνω τα δάκρυά μου στα κρύσταλλα της βροχής του

μα, έγιναν τα κρύσταλλα πλημμυρίδα πεταλούδων
λεπίδες τα φτερά τους υφασμένα από ασημένιες κλωστές άμμου
καθρεφτίζουν ένα σωρό φεγγάρια με άλλα πια ονόματα

και όλες χορεύουν σαν αιωρούμενοι ακροβάτες
μαζί και μόνες
μαζί και μόνες πίσω γυρίζουν
στα νυχτερινά τοπία που λάμπουν οι σκιές τους

και τι φταίς εσύ που αλλάζεις τα ονόματα
αν εγώ έμαθα να αγαπώ μόνο τις σκιες

και τι φταίς εσύ
αν εγώ πίσω γυρίζω
στο ραγισμένο φεγγάρι
μόνη


***


νοκτουίδες 



η σιωπή βροχή τη νύχτα·
οι λέξεις φεγγάρια που βυθίζονται στη θάλασσα,
πάντα πνίγονται
λεπταίσθητα χωρογράμματα σκιών εγκλωβισμένα σε υγρά τοπία
ζυγίζουν όσο τα φτερά της πεταλούδας

κι αν μόνο ο άνεμος θυμάται αυτό το βάρος,
γιατί το νιώθω επάνω μου ακόμα;

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2019

8η - Σίλουαν Κ.



Τώρα έξω βρέχει, όμως είναι ένας ήλιος που επιζεί ακόμα στο πάτωμα
τώρα που εσύ έρχεσαι κοιμισμένη
                                                   απ’ τις Ημέρες των Ελασμάτων
και ξεμακραίνεις στο φως καπνισμένων μεσημεριών
όσο έξω βρέχει:
                           ξέρεις, οι αράχνες ανασαίνουν
οι αράχνες ανασαίνουν
τις ακούμε το ξημέρωμα - τότε βυθιζόμαστε στον ύπνο μιας σβούρας -
και είναι που τώρα έξω βρέχει,
όλη την νύχτα αιωρήθηκα από πάνω σου με τα μάτια δεμένα,
άκουσες μια προσευχή;
τώρα που έξω βρέχει και ματωμένα δόντια όλη την νύχτα,
αποχωρίζονται τον σκιώδη εαυτό σου
                                                            που μου προσφέρεις
τώρα που έξω βρέχει, μακρόσυρτες φωνές – αναζητούν την Γκίκα
το σκυλί που πέθανε προχτές στην προβλήτα – όλη τη νύχτα-
ένας ήλιος επιζεί στα μάγουλά σου
όταν απομακρύνεσαι σε μια σήραγγα – εκείνη των θλιμμένων δολοφόνων-
εκείνη του παιδιού που χτυπάει τις ακτίνες του σ’ ένα πιάνο·
αρπάζουμε τους σπόρους που πέφτουν απ’ τα ουράνια σώματα
και συ λες: ονειρεύτηκα την Καρκόσα, το νησί με τις δυο σελήνες,
και το αίμα και τα δάκρυα
και τους κατοίκους της με τα μάτια των Αναστημένων – ενώ έξω βρέχει τώρα,
και συ μοιράζεις κουνήματα χεριών σε ‘μένα που σε κοιτάει
και το φρύδι σου πέφτει σ’ έναν καινούριο αγωγό – είμαστε στην Δίνη των Ημερών, έτσι;
τώρα που έξω βρέχει και τα δάχτυλα μας τεντώνονται γέρικα να δέσουν
ένα σεντόνι
πάνω απ’ τα μαλλιά μας. 

Από την επερχόμενη συλλογή: "Οι κανονιές του Νότου."

Τρίτη 21 Μαΐου 2019

Καταιγίδα - Morley



Λαχείο κρίνου στα νερά των κολυμβητών εραστών.
Είναι η πηγή του κακού να κοιτάζεις τα χίλια πρόσωπα με την ίδια έκφραση.
Όπως το σκοτάδι βαριεστημένο και αργοπορημένο από χθεσινό ανοιξιάτικο μεθύσι καπνίζει άφραγκο το τελευταίο του τσιγάρο.

Οι καπνοί μεταξοσκώληκες και προφητεία.
Έτσι γεννιέται ο μαυροντυμένος γερανός και πετάει ψηλά
αιωρείται για δυο λεπτά πάνω από το πηγάδι με τα ανέκφραστα χαμόγελα της συνήθειας.

Όταν κοιτάζω συνεχώς με αδιακρισία τα πορτοφόλια των περαστικών
και τα δάχτυλα μου κονταροχτυπιούνται στις κενές μου τσέπες
ξέρω πως γρήγορα πάλι φτάσαμε στους καιρούς των άγριων λιμών.

Όταν σκέφτομαι πως δε θα μου είναι αρκετό το αποψινό κρασί
ένας θείος κεραυνός που έχει ξεμείνει σε κάποιο παλιό συρτάρι
στα ακατοίκητα ανάκτορα, μου χρωστάει ένα χτύπημα και μια ευχή.

Και πώς να μην αρνηθώ στους σαλιγκαρένιους στρατούς την κατάκτηση;
Όταν μετά από την τετραήμερη τους απόβαση, στρατηγικά εύστοχη και πετυχημένη δεν έμεινε φρούριο όρθιο ή φυλαγμένο.

Και νομίζω πως ριζώνει σε όλους μέσα μας αργά αργά μια σκέψη.
Στα μπαλκόνια εκεί ψηλά περιμένουν ψύχραιμες όλες μας οι ερωμένες
Περσεφόνες, Νεφέλες, Αλεξάνδρες και μια νευρική πιτσιρίκα  που τρώει τα νύχια της για μένα.

Ο πανούργος σκαρφαλωτής που για ένα του χέρι έχει μπαταρίες και ηλεκτροφόρους παλμούς, στο άλλο του χέρι το ανθρώπινο φορά δεμένη με λουρί περασμένο στο λαιμό τη φωνή μιας μάντισσας, σκοντάφτει και σκέφτεται τσιρίζοντας με κόκορα φωνή.

“Ικανό το τραγούδι της να φτιάξει μια ανεμόσκαλα και μια νέα προφητεία.”

Η προφητεία όμως λέει πως κανένας από εμάς εκεί πάνω δε θα πατήσει
αν δεν έχει ανταλλάξει τις πατούσες του για βρώμικα πανιά ευφλεκτοραντισμένα και τα πέλματα του για αναφλέξεις βενζίνης.

Υπάρχει ένας φούρνος ή μια μαγική μηχανή για όλους όσους ζουν στην άσφαλτο. Π
αίρνει το χθεσινό νερό, τα πνεύματα και τα όπλα των νεκρών σαλιγκαριών στρατιωτών και μας βρέχει ξανά το επόμενο δειλινό για να μας ανακουφίσει.

Τρίτη 7 Μαΐου 2019

Mary - Φώντας Φ.



ΈντασηΣτυλΦακ
Σεξ, Δηλαδή
Σκατά στη σεξουαλικότητα, εδώ μόνο
Σ Εξ
Μπαίνω στην τράπεζα με κάπα, δυο μεγάλα πιστόλια
Και μια Καραμπίνα
Όπως δηλαδή θέλω να μπω στη Μαρία
Με Ύφος Ρέμπελου
που κάνει τη ληστεία
χωρίς να πολύ
χρειάζεται τη λεία
Μαρία//Μας Λένε Λεγεώνα
Γιατί και οι Χίλιοι Είμαστε διαφορετικοί απ’ τα φρικιά εκεί έξω
πρώτα απ’ όλα
οι επιρροές μας στο φλερτ κρατάνε απ’ τον Ιώβ
δηλαδή
κωλοδάχτυλα σε απόφοιτους θεολογίας /ψυχεδελικά μανιτάρια
και ορειβατική με
ζιγκ/
ζαγκ
.
σνιφάρισμα καμινάδας;
έξοχο!
μα αν θέλω να με αγαπήσεις είναι γιατί ποτέ των ποτών δε θα δεχόμουν να με κεράσει επίσκεψη σε
studio δίμετρος μπράβος που ζυγίζει 180 κιλά και δουλεύει για τη μαφία του Πειραιά.

Τρίτη 9 Απριλίου 2019

Δυσθυμία - Ολίβια Β.

στον κήπο με τους μαύρους στήμονες
πόσο ανοίκεια μπορούν να γίνουν τα οικεία
πόσο μίζερο ένα κρεβάτι,
πόσο θλιβερή τροφή

βαρέθηκα αυτά τα καρφιά σου,
σφραγίζουνε τον τάφο μου
βαρέθηκα τη βροχή,
έγινε ποτάμι
και τώρα που οι στάλες της είναι πιο αιχμηρές από ποτέ,
η αηδία μου είναι ψοφίμι από πλήξη
η όμβρινη παλίρροια ανεβαίνει στο λαρύγγι μου
και με πνίγει

αργοπεθαίνει το κοράκι
άφωνο πια και δίχως δόντια,
στο βυθό των φαντασμάτων ενός ανιαρού ονείρου,
όταν όλα τελειώνουν
η πόρτα κλείνει
με ήχο από φεγγαρίσιο μέταλλο,
αφού κάθε φορά που ραγίζει το φεγγάρι
πετούν και πετούν
και πέφτουν
πάντα μόνοι

χαμογελώντας σκέφτομαι τα μάτια σου
δίχως περίσσευμα δακρύων
η θάλασσα
θα παραμένει μόνο
εκεί που εγώ κι εσύ
θα πέφτουμε μαζί
μα εσύ σαν ξένος
γυρνάς την πλάτη σου,
και φεύγεις

άρρωστη, άρρωστη γραφή μου
με θέλεις πάντοτε νεκρή

 
άραγε νοιάστηκες ποτέ

ή το φαντάστηκες;

Τρίτη 26 Μαρτίου 2019

ΠΡΩΤΟ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ


Και από τότε, που θρηνώ
το ξανθό και γαλανό
και ουράνιο φως μου,
μετεβλήθη εντός μου
και ο ρυθμός του κόσμου.

Γ.Β

Ποιητές της Αποκάλυψης – ημέρα 22 – υπόγειο πλατείας Βραζιλίας- Στην αρχή κατέβηκε ένα σκάφος-

Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες.
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες.
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες.

Σκάβουμε, βυθιζόμαστε, σκαρφαλώνουμε. Όταν το οξυγόνο τελειώνει, καμιά καρδιά δε χτυπάει πλέον σαν τρελή. Αυτή η Εικόνα είναι νεκρή, την σκότωσαν οι Αποκαλυπτιστές. Και λέμε: ΟΔΗΓΗΣΤΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΖΟΜΠΙ ΣΤΗ ΚΟΙΛΙΑ ΤΟΥ ΗΦΑΙΣΤΕΙΟΥ. Καμιά καρδιά δε χτυπάει πλέον σαν τρελή. Αυτή η Εικόνα παρέδωσε το πνεύμα – τα ίδια τα χέρια των Αποκαλυπτιστων το παρέδωσαν. Η ευεργετική της στάχτη μας ελευθερώνει!

Καρδιά είσαι το πρώτο βαγόνι του σκοταδιού.
Καρδιά είσαι η ξεχασμένη περόνη του ήλιου.
Καρδιά από ηλεκτροφόρες πέτρες
σαγόνι που σφαδάζει στα χέρια σου, αυτή η ποίηση.

                                                                               
                                                                     ***
                                                                        1


Είμαστε ντετέκτιβ. Στα 60 δευτερόλεπτα της Αγωνίας στεκόμαστε πίσω απ’τον ιδρώτα, πίσω απ’το τρέμουλο των χεριών, κάτω απ’την καρδιά που φωνάζει μανιασμένη. Είμαστε ντετέκτιβ και δεν δεχόμαστε τα προφανή ως δεδομένα. Τα 60 δευτερόλεπτα της Αγωνίας είναι απλώς το νόστιμο τυρί της φάκας, την ωρα που η Πραγματικότητα βρισκεται κρυμμένη πίσω απ’την μωβ κουρτίνα. Ο ήχος του πιάνο φτάνει στις πιο υψηλές νότες και έπειτα χάνεται στο σκοτεινό δάσος. Ευτυχώς δεν είμαστε μόνοι, η Εμπειρία μας βοηθάει. Είναι το μοναδικό μας όπλο, το άλογο που ποτέ δεν μας εγκαταλείπει. Τα φώτα μιας κάντιλακ πέφτουν στο σκοτεινό δρόμο και η Εμπειρία στέκεται εκεί ακλόνητη ως φακός της αφόρητης Πραγματικότητας. Οι λέξεις με την βοήθεια της αποκτάνε βάθος, η αμφιβολία γίνεται μια κατεύθυνση, το ίδιο και ο φόβος. Η γλώσσα αισθάνεται την ολοκλήρωση της, η Αλήθεια φανερώνεται σαν φωτιά.

                                                                  ****

Σκάβουμε, βυθιζόμαστε, σκαρφαλώνουμε: ανεξιχνίαστη στιγμή ήρθε η ώρα να σε ψηλαφίσουμε με θάρρος και πίστη. Ο, τι βρίσκουμε το κρατάμε, φυλαχτό που λάμπει η μαύρη χιροσιμα.
Και κάθε εικόνα που προβάλλει Αυγή
Αυγή (Μorley, αδερφέ μου, διανοητική βόμβα)
Αυγή

Είναι η Ώρα Μηδέν: επιστρατεύεστε την διαύγεια.

Είναι η Ώρα Μηδέν: επιστρατεύεστε την ύπνωση

Είναι η Ώρα Μηδέν: νευρικοί σαολίν που χοροπηδάνε στα γόνατα της πραγματικότητας

Έρχεται η Αφύπνιση βγαλμένη απ’τα κύτταρα του 2019. Και συνθέτουμε σαν ελεύθεροι σκοπευτές. Και συνθέτουμε σαν εποχιακοί νευροχειρουργοί. Το φυλετικό τατουάζ της Στιγμής γράφει: ΝΗΦΑΛΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΈΝΣΤΙΚΤΟ. Και το φέρουμε πάνω μας, απολίθωμα που ήρθε ξανά στη ζωή.
Με τα χεριά μας γεμάτα πίστη και χώμα και δόντια.


***

2

Είμαστε ντετέκτιβ και η μωβ κουρτίνα ξεθωριάζει αφού πρώτα πέσουμε στο έδαφος σφαδάζοντας. Η Εμπειρία είναι ο αδερφός μας απ’την κόλαση και ο μοναδικός δρόμος προς την διελευκανση του Εγκλήματος. Απ’τον τέταρτο όροφο μιας πολυκατοικίας ακούγεται 1 ψίθυρος: οι ντετέκτιβ πρέπει να σκάψουν με ψυχραιμία και οργάνωση. Οι σπασμωδικές κινήσεις βοηθάνε τον Εχθρό, σηκώνουν χώμα που τον κρύβει. Το μωβ γίνεται παχύ κόκκινο και η Πραγματικότητα χαχανίζει γεμάτη αυταρασκεια. Η Εμπειρία μας καλεί να φανούμε γενναίοι: τo πτώμα θα ξεβραστεί μόνο του στην στεριά αρκεί να πιέσουμε με όλη μας την δύναμη. Η Εμπειρία θα σταθεί δίπλα μας αρκεί να την αγαπήσουμε. Έτσι λοιπόν εγκαταλείπουμε τα σπίτια μας, τις δουλειές, τις χώρες μας. Στεκόμαστε κάτω απ’τον μαυρο ουρανό και βρεχόμαστε απ’την ηλεκτρική καταιγίδα. Εγκαταλείπουμε τα όρια για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στο καθήκον. Τότε η Εμπειρία μας ευγνωμονεί και τραντάζει τα δάχτυλα μας ακόμα και όταν συλλαμβάνουμε εναν διαστημικό καουμπόι. Η μωβ κουρτίνα της ομίχλης διαλύεται, το πτώμα κυλιέται στις πέτρες. Καρδιές τυλιγμενες με ατσάλι αντέξτε!



***

Ο Διαμελισμός του Α.Μ

Σ’ενα υπόγειο στην κορυφή των σωμάτων, κομμένα δάχτυλα πέφτουν στο χιόνι. Και απ’όλο το σώμα σου, κρατάμε την γυναίκα πίσω απ’τις κουρτίνες. Και απ’όλα τα μελή σου, την πεταλούδα της άλλης πλευράς. Και αφήνουμε τα τρυφερά σου μάγουλα να πέσουνε, φλογισμένα πέταλα στον πάγο. Όσα θα μας χρησημευσουν στην Αποκάλυψη είναι πλέον δικά μας, Έπειτα σε δίνουμε στο τμήμα Ιατρικής του Πανεπηστημιου Αθηνών, να γίνεις ύλη εξέτασης για στο τέλος της χρονιάς. Ας πλήξουν εκείνοι.


* * *

3

Είμαστε ντετέκτιβ. Στο σκοτεινό δωμάτιο δεν προχωράμε ψηλαφώντας. Βαδίζουμε με την σιγουριά ενός τυφλού, γνωρίζουμε τα πόμολα, τα έπιπλα, τις απρόσμενες παγίδες. Βαδίζουμε προς την Αποκάλυψη παρά τις φωνές που την αρνούνται. Βουτάμε στο πηγάδι της αβύσσου, γνωρίζοντας πως αυτό δεν είναι αρκετό. Η Εμπειρία μας καθοδηγεί. Οι ντετέκτιβ αντιλαμβάνονται πως ο μοναδικός ρεαλισμός είναι ο βιωμένος. Τα στοιχεία καταγράφονται με προσοχή: είναι χειμώνας και η Πραγματικότητα πίνει κονιάκ σε 1 μπαρ. Τα χνώτα της βρωμάνε. Ο Ντετέκτιβ ξαναδιαβάζει το χαρτί με προσοχή και δε χάνει ούτε λεπτό. 1000 χαρακιές απλώνονται στο μέτωπο του, όμως πλέον βρίσκεται πιο κοντά: η Ζωή πέφτει πολύ βαριά στους ωμούς του, παρ’ολα αυτά αντιστέκεται σαν λύκος. Η Πραγματικότητα ουρλιάζει φοβισμένη, την ώρα που ο ντετέκτιβ σπάει με μια κλωτσιά την πόρτα του μαγαζιού.


***


Ποιητή, αν ο ήχος μιας δεκαοχτούρας δαγκώνει τα σπλάχνα σου, η σάρκα μας προσμένει τα δικά σου δόντια.

Μη κρύβεσαι πίσω απ’την ευκολία της περιγραφής, μη γίνεσαι ένας φυματικός ρεπόρτερ.
Τρύπησε την κύστη του βιώματος, ξήλωσε τις παραπλανητικές ετικέτες, αφέσου στη βιαιότητα μιας ολογραμματικής εικόνας:
αυτός ο νίντζα κουβαλάει όλη την θλίψη της ανατολής.


* * *

4

Είμαστε ντετέκτιβ και φτύνουμε στην μούρη τον ρεπόρτερ. Μας είναι άχρηστος και είναι επικίνδυνος, γιατί διαστρέφει την Ζωή προς την Απλότητα. Μπλέκεται στα πόδια μας και μας εμποδίζει. Εμείς του λέμε: η Απλότητα είναι 1 ψέμα φορτωμένο με ένοχες. Η Απλότητα είναι η άμυνα των φοβισμένων και εμείς παλεύουμε να εκτεθούμε. Μια αυτονόητη μωβ κουρτίνα, ένας αόρατος θάμνος. Ο δήθεν ρεαλισμός της καταγραφής, είναι μια καταραμένη διαδήλωση από ζόμπι. Η Πραγματικότητα καταφέρνει να ξεφύγει, όμως η Εμπειρία μας δίνει 1 γερο χαστούκι και μας υπενθυμίζει: οι ντετέκτιβ δε δέχονται το μακιγιάζ του δολοφόνου, αποκλείουν την μηχανική του συναισθήματος. Οι συμβάσεις ξεπερνιούνται μονάχα με την βοήθεια του πιστού μας φίλου. Η μεγάλη υπέρβαση μυρίζει αίμα, και αλκοόλ και σπέρμα και ανάσα μιας καταδίωξης μέσα στην χειμωνιάτικη πόλη. Είμαστε ντετέκτιβ και πρέπει να σκάψουμε, να σκάψουμε με οργάνωση και ψυχραιμία. Στη μέση διασταυρωμένων πυρών. Στο μέτωπο.

***


Ξανά:
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες

* * *


5


Είμαστε ντετέκτιβ και γνωρίζουμε πως ο δολοφόνος είναι γεμάτος από κόλπα αντιπερισπασμού: το Όνειρο μας σαγηνεύει, όμως εμείς γνωρίζουμε πως είναι μια ακόμη φλούδα. Ο δολοφόνος το χρησιμοποιεί για να μας κάνει να χαθούμε, όμως εμείς το εκμεταλευομάστε όπως μπορούμε. Τίποτα δε πάει χαμένο. Το Όνειρο δεν είναι εχθρός μας, αλλά 1 στοιχείο, 1 βοηθητικό καθρεφτάκι. Βρίσκεται εκεί αλλά από μόνο του μας κάνει να ξερνάμε με την υποκρισία του. Πρέπει να το καλοπιάσουμε, να το βασανίσουμε, να το κάνουμε να μαρτυρήσει. Δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε πως εκείνο δεν είναι ο δολοφόνος, πως εκείνο την ώρα του φόνου κοίταζε μέσα απ’την κλειδαρότρυπα. Ένας μάρτυρας είναι το Όνειρο, ένας μάρτυρας! Πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε με εξυπνάδα και σύνεση, πρέπει να το αφήσουμε εκεί ως κομμάτι του σκηνικού. Πρέπει να το καταγράψουμε με δυσπιστία.


Νυχτερινη Διαδρομη:

Η Αθήνα λάμπει σαν πρωινή πληγή στα χέρια μας, μαύρα παρθένα στιγμιότυπα ετοιμάζονται να αλωθούν. Τα παράθυρα του λεωφορείου είναι σπασμένα, ο αποκαλυπτιστής ποιητής βγάζει το κεφάλι του απ’τα συντρίμμια:
η κωμική κηδεία της οικονομικής κρίσης,
το ημερολόγιο μιας πριγκίπισσας,
ένας απελπισμένος για λίγη δόξα δείχνει τον κώλο του στο κοινό.
Ένα μάτσο από τυφλούς και δειλούς που αλληλοχαιδεύονται. Ώρα μηδέν: Στον βρεγμένο λόφο
θάβεται η ποίηση των μουγγών
τα πτώματα θα παραμείνουν ζεστά μέχρι να ξεχαστούν.


* * *

6

Είμαστε ντετέκτιβ και ο δολοφόνος σύντομα θα βρίσκεται στα χέρια μας. Μια μελαχρινή χορεύει στο γκρουβ μπιτάκι και το μυστήριο τρυπώνει στον κώλο μας. Δεν έγινε αυτό και εκείνο, δεν έγινε ούτε το άλλο. Ο περιπλανώμενος ντετέκτιβ που αιμορραγεί, βυθίζεται στην άσφαλτο χαμογελώντας. Κρατάει το χέρι της όμορφης γυναίκας και ψελλίζει ενα ακόμη στοιχειό.


***

Ποιητές της Αποκάλυψης – ημέρα 22- υπόγειο πλατείας Βραζιλίας- Χαστούκια στον ασθενή.

ΚΑΙ ΠΑΛΙ : Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες
Ανθρακωρύχοι. Δύτες. Ορειβάτες


Ψάξτε. Διαμελίστε. Συνθέστε.

Αποκαλύψτε.
Κυνηγήστε με σουγιάδες και χειροβομβίδες. Και προ πάντων: ΔΩΣΤΕ ΖΩΗ ΞΑΝΑ. Τσακωθείτε για την επτανησιακή σχολή στη μέση μιας διαδήλωσης, μπουκάρετε σε μια βραδιά ανάγνωσης ποιημάτων, δείρτε έναν απατεώνα, απαιτείστε να διαβάσετε το 30σελιδο ποίημα για τον ερωτά της ζωής σας. Ξετρυπώστε εκείνον τον στίχο που σας διαφεύγει, αφεθείτε στη περιπέτεια μιας καταδίωξης: στα μεσάνυχτα του 21ου αιώνα.
Τώρα που τίποτα δεν έχει σημασία, τα πάντα είναι σημαντικά.
Εμπιστευθείτε την αισθητική σας δίχως καχυποψία.
Ξαναγίνετε ποιητές. Προκαλέστε συρράξεις. Προσβάλλετε τον φαντασμένο. Εντοπίστε τον απογοητευμένο και δώστε του τις πιο γλυκές γροθιές

ΔΩΣΤΕ ΖΩΗ ΞΑΝΑ.

ΑΠΟΡΡΙΨΤΕ ΤΟΥΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥΣ.

ΨΑΧΤΕ. ΔΙΑΜΕΛΕΙΣΤΕ. ΣΥΝΘΕΣΤΕ.

ΑΠΟΚΑΛΥΨΤΕ.

20-4-2019
Αθήνα
Υπόγειο Πλατείας Βραζιλίας

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Ο ευνουχισμός του Ρομέρο - Morley



Σαν μοντέρνοι Κέρβεροι χορεύουν και γαβγίζουν γύρω μας. Βρομόσκυλα.
«Κοπάνα τον! Κοπάνα τον!»

Τα παιδιά του γυμναστηρίου βρίζουν μανάδες.
Καταπίνω τα κόκκινα ξίφη με το πιο φρικαλέο χαμόγελο.

Η πολιτεία πήρε την πιο κατηφορική κλίση στην ιστορία.

Ο ευνουχισμός του Ρομέρο και δύο νυχτοπεταλούδες.
Η μία παρασιτεί μεταθανάτια, κολλημένη στην τσίχλα της σόλας της λασπωμένης  μπότας.
H άλλη πάλι φτερουγίζει νεογέννητα σαν ανάπηρη παιδούλα με την τύφλα στα μάτια της.

Η τύφλα στα μάτια της από κρασί και μυωπία.

Εκκολάπτεται ο νέος βοτανικός πανικός.

Το κορίτσι με τον ανεμοστρόβιλο χούλα χουπ στο χέρι
βρίσκεται στη μέση ενός πράσινου λιβαδιού.

“Ζωντάνεψε  τη νέκρα και φύσηξε μέλισσες στα μαραμένα μου σκατά.”

Και 'γω σαν φρεσκοτεμαχισμένος κιμάς,
σαν την πιο βλαμμένη νεκροφόρα που σαρώνει την υδρόγειο
ψαρωμένος φοιτητάκος με ύφος ραγισμένης πορσελάνης
θα σταματήσω να βρέχομαι με χίλιες μπόρες στο κεφάλι.